Λυδία ΕΛΙΟΓΛΟΥ
Δύο νεκρούς, τριάντα τραυματίες και μια στρατοκρατούμενη πόλη, άφησαν πίσω τους τα επεισόδια που οδήγησαν στην δικαίωση του αγώνα των καπνεργατών με την απαγόρευση της εξαγωγής ανεπεξέργαστων…
καπνών.
Σαν σήμερα, 11 Νοεμβρίου του 1924, μία σελίδα της τοπικής ιστορίας σφραγίστηκε με αίμα. Οι καπνεργάτες αντέδρασαν βίαια στις παρασπονδίες ενός καπνεμπόρου που πήγε να ανοίξει την πόρτα ώστε να τους πάρουν… την βούκα από το στόμα. Την εποχή εκείνη, στη Μέκκα του Καπνού, λειτουργούν σχεδόν 160 καπνομάγαζα στα οποία δουλεύουν χιλιάδες καπνεργάτες που επεξεργάζονται τα χωρικά καπνά πριν αυτά εξαχθούν στο εξωτερικό. Η δουλειά είναι σκληρή, όμως για την Καβάλα, όπου δεν υπάρχουν άλλοι πόροι, είναι η δουλειά από την οποία ζει το σύνολο σχεδόν των κατοίκων της.
Οι πρόσφυγες δεν έχουν εγκατασταθεί καλά, καλά στην περιοχή και οι τριβές καπνεργατών με καπνεμπόρους είναι καθημερινές. Η ενέργεια του καπνέμπορου Γρηγοριάδη που προσπάθησε να εξάγει καπνά χωρίς να έχουν υποστεί επεξεργασία ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε τοποτήρι… Χαρακτηριστικό είναι το δημοσίευμα της εφημερίδας ΕΜΠΡΟΣ που κάνει Δεύτερη Έκδοση και με τίτλο «Κομμουνιστικαί Ταραχαί εν Καβάλα» μεταφέρει την είδηση.
Γράφει η εφημερία: «Αιματηρά Συμπλοκή Μετά Χωροφυλάκων και Στρατιωτών, Δύο Νεκροί και Τριάκοντα Τραυματίαι, Ιδιαίτερον Τηλεγράφημα του ΕΜΠΡΟΣ.
Θεσσαλονίκη 10 Νοεμβρίου.
Επίσημον τηλεγράφημα εκ Καβάλας αγγέλει ότι κατόπιν αποπείρας του καπνεμπόρου Γρηγοριάδου όπως εξαγάγη ανεπεξέργαστα καπνά και της επεμβάσεως κομμουνιστών καπνεργατών, όπως εμποδίσωσιν την φόρτωσιν, επήλθε συμπλοκή μεταξύ χωροφυλάκων κατά την οποίαν εφονεύθη ο ανθυπομοίραρχος Σκαλιδάκης και ετραυματίσθησαν ο ταγματάρχης Σταυριανός και τρεις στρατιώτες δια λήθων.
Ετραυματίσθησαν επίσης πολλοί καπνεργάται εκ των πυροβολισμών των χωροφυλάκων και των στρατιωτών. Επεκράτησε καθ όλην την πόλιν πανικός. Η αγορά τρομοκρατηθείσα έκλεισε και οι πολίται έσπευδον να κλεισθώσιν εντός των οικιών των, κλείοντες τα παράθυρα. Μόλις την εσπέραν αποκατέστη η τάξις και οι κάτοικοι αναθάρρησαν.»
Το τηλεγράφημα που έφτασε στην Θεσσαλονίκη την νύχτα περιλάμβανε τον απολογισμό των επεισοδίων. «Νυκτερινόν τηλεγράφημα εκ Καβάλας αναφέρει τα εξής λεπτομερείας: Επί πολλάς ώρας η πόλις παρουσίαζεν όψιν αληθούς στρατοπέδου.Υπάρχουν τριάκοντα τραυματίαι σοβαρώς και τινές ελαφρώς. Μεταξύ δε αυτών ο διευθυντής της αστυνομίας βαρέως και εις υπομοίραρχος ελαφρώς, δύο δε νεκροί εκατέρωθεν.
Το Φρουραρχείον εζήτησε επειγόντως ενισχύσεις εκ Πραβίου.
Ο στρατός με ένσφαιρα όπλα φρουρεί την πόλιν». Έτσι περιγράφει τα γεγονότα της μέρας εκείνης ο δημοσιογράφος της εποχής, που παρά τον κομματικό προσανατολισμό, τούτα παρουσιάζει με γνώμονα την πραγματικότητα.
Η συνέχεια βρήκε την πόλη φρουρούμενη από τον Στρατό ενώ λίγες μέρες μετά, δικάστηκαν οι συλληφθέντες από το στρατοδικείο Καβάλας και καταδικάστηκαν. Μεταξύ των καταδικασθέντων, ήταν ο τότε γενικός γραμματέας (το ’24 δεν είχαν προέδρους στα σωματεία) της έκτης καπνεργατικής ένωσης Καβάλας Γεώργιος Σταυρόπουλος, ο Παρασκευάς Μακέδος και ο Δημητράτος. Ο Δημητράτος είχε διατελέσει αργότερα και υπουργός εργασίας επί κυβερνήσεως Ιωάννη Μεταξά.
Ακολούθησαν πολλές συλλήψεις, ανδρών και γυναικών. Η αντιπολίτευση έφερε το ζήτημα στην Εθνική Συνέλευση, στη Βουλή δηλαδή και κατηγόρησε τον υπουργό εσωτερικών Κονδύλη ως υπαίτιο των σκηνών λόγω της δημιουργίας στην Καβάλα και στη Δράμα φασιστικών εργατικών οργανώσεων που είχαν εξοπλιστεί από τον στρατό…
Στην Εθνική Συνέλευση
Τα επεισόδια με το επίμαχο ζήτημα των καπνών να έρχεται στη επιφάνεια οξύ όσο ποτέ άλλοτε, έφτασαν στην Εθνική Συνέλευση ως αφορμή για συζητήσεις πολιτικής χροιάς και έντονο εθνικό χαρακτήρα, με πολιτικά φρονήματα να στοχοποιούνται και να αποτελούν τον ουσιαστικό μήλον της έριδος, όπως φάνηκε στη συνέχεια με τη συζήτηση να γενικεύεται και να κρατάει αρκετές μέρες, ενώ δόθηκε η ευκαιρία στην κυβέρνηση και στην αντιπολίτευση να αναπτύξουν τις απόψεις τους περί κομμουνισμού και φασισμού.
Ο Θάσιος βουλευτής Αύγουστος Θεολογίτης της Δημοκρατικής Ένωσης του Αλέξανδρου Παπαναστασίου, ο οποίος μετά έγινε υπουργός Βορείου Ελλάδος με τον Καραμανλή, παίρνοντας τον λόγο επιτέθηκε εναντίον του Κονδύλη για τα γεγονότα στην Καβάλα, τις εξελίξεις και τη σύσταση του συλλόγου εθνικών δημοκρατικών εργατών στη Δράμα που εξοπλίστηκαν από την εκεί μεραρχία για να επιτεθεί εναντίον των εργατών. Είχε ακόμα να αντιμετωπίσει η κυβέρνηση το θέμα των ανεπεξέργαστων καπνών και εξήγγειλε ότι οι καπνέμποροι στα καπνεργοστάσια ήταν στρατιώτες αποσπασμένοι στα γραφεία τους. Αντί να υπηρετείς τον στρατό, υπηρετούσες στα γραφεία τους. Δύο βουλευτές της Δράμας κατήγγειλαν ότι στη Δράμα είχε συσταθεί σώμα ενόπλων εργατών που παρήλαυνε καθημερινώς από τους δρόμους τη πόλης και ότι αυτοί οι ένοπλοι εργάτες μπήκαν σε κατάστημα και συνέλαβαν όλους τους εργάτες που ήταν εκεί, μεταξύ των οποίων και δύο γυναίκες. Τους έδειραν ανηλεώς, τους έκλεισαν στο υπόγειο της αστυνομίας και η συνέχεια… ευκόλως εννοούμενη.
Οι πολιτικοί προέταξαν μεν τις δικές τους οπτικές, εκείνη του πρωθυπουργού όμως, όπως ήταν αναμενόμενο, βάρυνε περισσότερο. Στη συζήτηση που ακολούθησε έγινε αναφορά και στο ρόλο των σωματείων της Δράμας, στην κομμουνιστοφοβία του μοιράρχου της Δράμας και στο αν οι εργάτες υποκινούνταν από τη Μόσχα ή από τη Σόφια.
Ο βουλευτής Ροδόπουλος έκανε μία ανάλυση για τον κομμουνισμό της Μακεδονίας και υποστήριξε ότι, καθότι προερχόμενος από τη Μακεδονία, εκεί υπήρχε μεγάλος αριθμός εργατών και πολύς πλούτος συγκεντρωμένος σε ορισμένα άτομα.
Παίρνοντας τον λόγο ο Παπαναστασίου σε μία μακρά αγόρευση είπε μεταξύ άλλων ότι δεν πίστευε ότι υπήρχε κίνδυνος να ανατραπεί στην Ελλάδα το καθεστώς από τους μπολσεβίκους. Αναφέρθηκε δε στην έκθεση του εισαγγελέα εφετών, η οποία έλεγε με αφορμή τα επεισόδια ότι δεν έφταιγαν οι εργάτες αλλά και ο καπνέμπορας Γρηγοριάδης που θέλησε να εξαγάγει λαθραία τα ανεπεξέργαστα καπνά…
Ο αγώνας των καπνεργατών ωστόσο δικαιώθηκε, έστω και εκ των υστέρων, αφού αποτέλεσμα της σύγκρουσης αυτής ήταν να δημιουργηθεί Γραφείο Προστασίας Καπνού που επόπτευε την επεξεργασία του και δεν επέτρεπε να εξαχθούν καπνά χωρίς να περάσουν από επεξεργασία στην Ελλάδα…