Του Θάνου Ανδρίτσου
“Οι μώλωπες δεν είναι μόνο στο πρόσωπο των συλληφθέντων. Ούτε η επιστράτευση μόνο στους απεργούς. Είμαστε όλοι επιστρατευμένοι και εν δυνάμει βασανισμένοι, αν αμφισβητήσουμε έστω και στο ελάχιστο το μνημονιακό μονόδρομο.
Το ζήτημα της δημοκρατίας στο πολιτικό σύστημα και τους χώρους δουλειάς, γίνεται σήμερα πρωτεύουσα πλευρά της ταξικής πάλης, που εκκινεί από την κατάργηση κάθε δυνατότητας των λαών να ορίσουν τη μοίρα τους έξω από τις απαιτήσεις της ΕΕ και του διεθνούς καπιταλισμού.”
ΣΥΓΧΡΟΝΟΣ ΟΛΟΚΛΗΡΩΤΙΣΜΟΣ
Δεν περνάει πια μέρα χωρίς μια ακόμα ένδειξη για την κοινωνική και πολιτική άβυσσο που έχει βυθιστεί η μνημονιακή Ελλάδα, χωρίς δεκάδες αφορμές για να δεθεί κόμπος το στομάχι μας, αλλά και να σφίξουν σκληρά οι γροθιές μας για την αντιδημοκρατική κόλαση με την οποία μοιάζει καθημερινά η χώρα που ζούμε. Οι εικόνες των βάναυσα κακοποιημένων προσώπων των συλληφθέντων για τη ληστεία στο Βελβεντό Κοζάνης που δημοσιεύτηκαν από την αστυνομία και μέσα σε δευτερόλεπτα κατέκλυσαν την τηλεόραση και το διαδίκτυο προκαλούν σοκ, ντροπή και οργή. Λίγες ώρες μετά τη σύλληψή τους, δημοσιεύονται φωτογραφίες στις οποίες είναι εμφανή τα σημάδια ξυλοδαρμού τους, ενώ με ερασιτεχνικό φωτομοντάζ, του οποίου τη γελοιότητα υπερβαίνει μόνο ο αποτροπιασμός, γίνεται προσπάθεια συγκάλυψης τους. Προκαλείται σάλος και ποικίλες αντιδράσεις, μαζί με τις καταγγελίες των συγγενών και δικηγόρων ότι δεν μπορούν να συναντήσουν τους συλληφθέντες, που υπόκεινται σε βασανιστήρια.
Τα γεγονότα κάνουν το γύρο του κόσμου, τα ελληνικά ΜΜΕ ηγούνται ενός μακάβριου θιάσου ζητώντας ακόμα αυστηρότερη τιμωρία και πρωταγωνιστώντας στην προσπάθεια δημόσιας εξόντωσης, και η κυβέρνηση, δια στόματος του φασίζοντος υπουργού Δένδια, υπερασπίζεται τις ενέργειες ως τις ενδεδειγμένες για την προστασία της δημόσιας τάξης. Μέρες μετά, η αστυνομία παραχωρεί συνέντευξη τύπου στην οποία δικαιολογεί και το βασανισμό και την πλαστογράφηση των φωτογραφιών, παρουσιάζοντας τα στοιχεία μιας υποτιθέμενης έρευνας.
Δεν προκαλεί εντύπωση, η πλήρης πολιτική κάλυψη της κακοποίησης. Από την πρώτη στιγμή ήταν φανερό ότι δε βρισκόμαστε μπροστά σε ένα γεγονός αστυνομικού αυταρχισμού αλλά σε ένα πλήρως ενορχηστρωμένο κυβερνητικό και κρατικό σχέδιο ενταγμένο στη στρατηγική καταβαράθρωσης των δημοκρατικών ελευθεριών και δικαιωμάτων, στο κλίμα τρομοκράτησης και κατασυκοφάντησης και στο δόγμα της «μηδενικής ανοχής». Οι φωτογραφίες με τους αιμόφυρτους νεαρούς, δε διέρρευσαν αλλά υπερπροβλήθηκαν. Ήθελαν ο κόσμος να τις δει.
Πρόκειται για μια επικίνδυνη κλιμάκωση. Πλέον δε χρειάζεται, η πολιτική ηγεσία να προσποιηθεί ότι δε γνωρίζει ή ότι αρνείται τα περιστατικά βίας της αστυνομίας. Τα διαφημίζει και τα δικαιολογεί. Το κράτος και η κυβέρνηση έχουν την απόλυτη εξουσία επί των πάντων, ακόμα και του σώματος των υπηκόων. Μπορούν όπως, όποτε και όσο θέλουν να ασκούν κάθε είδους βία ενάντια σε αυτούς που τολμούν να τους αμφισβητούν. Είτε είναι τα βασανιστήρια στους συλληφθέντες, είτε είναι η καταστολή στις διαδηλώσεις, οι επιστρατεύσεις στις απεργίες, ή και η νόμιμη οικονομική δολοφονία εκατομμυρίων εξαθλιωμένων. Αυτό είναι το νεοφασιστικό δόγμα της κυβέρνησης του Σαμαρά, του Φαήλου και του Βορίδη. Και όχι μόνο αυτών. Τα ΜΜΕ παίρνουν τη θέση τους, στο σύγχρονο κοινό που διψά για περισσότερο αίμα. Στις εκτελέσεις του μεσαίωνα κυκλοφορούσαν φυλλάδια που ενημέρωναν τον κόσμο για τις κακές πράξεις του εκτελεσθέντα που δικαιολογούσαν την αφαίρεση της ζωής του ή τη σωματική του τιμωρία. Στον 21ο αιώνα, μακιγιαρισμένοι σχολιαστές σε πανάκριβα τηλεοπτικά στούντιο και αρχισυντάκτες εφημερίδων, καλούνται να κρίνουν ποιός οφείλει να τιμωρηθεί και αν αξίζει σε κάποιον να βασανιστεί. Με τον ίδιο τρόπο που αποφασίζει ένας δημοσιογράφος των εκατοντάδων χιλιάδων ευρώ αν τα αιτήματα ενός άνεργου είναι δίκαια.
Την επόμενη μέρα από τη δημοσίευση των φωτογραφιών, το Έθνος κυκλοφορούσε με πρωτοσέλιδο «Γιάφκες, σφαίρες και καλάσνικοφ, στον αστερισμό του τρόμου», τα Νέα με τίτλο «στην πυρήνα του τρόμου», και η ακροδεξιά «Δημοκρατία» ενημέρωνε για τα«κακομαθημένα παιδιά των Βορείων προαστίων», τους «φίλους του Γρηγορόπουλου».
Προσπαθώντας να μη μείνουν πίσω στο χορό των βρικολάκων, «διανοούμενοι» και «άνθρωποι του πνεύματος» άρχισαν να γράφουν απόψεις που να δικαιολογούν τα βασανιστήρια, σαν την αργοπορημένη επιβολή πειθαρχίας στα «κωλόπαιδα» που δεν έχουν τρόπους. Σε τέτοιες εποχές, αν θες να παραμείνεις υπερασπιστής του συστήματος, δεν αρκεί να είσαι καθωσπρέπει αστός, φιλοευρωπαίος με ανατροφή. Πρέπει να μοιάσεις με εμφυλιοπολεμικό ταγματασφαλίτη, να υπερασπιστείς μέχρι και τους βασανισμούς ανθρώπων. Έτσι η Σώτη Τριανταφύλλου, με τους κινηματογράφους και τις Νέες Υόρκες, έφτασε να καταγγέλλει την κακή «αριστερο- αναρχική» διαπαιδαγώγηση των συλληφθέντων που επιτέλους έπρεπε κάποιος να τους συνετίσει.
Επιχειρείται, όχι απλά η δικαίωση των συγκεκριμένων ξυλοδαρμών, αλλά η αποδοχή της άσκησης σωματικής βίας σαν την πιο απόλυτη μορφή εξουσίας των κυρίαρχων. Η επαναφορά στη συζήτηση για βασανιστήρια έγινε από τις βιαιότητες στη ΓΑΔΑ απέναντι στους συλληφθέντες της αντιφασιστικής μοτοπορείας το Σεπτέμβρη. Ποιος δεν πιστεύει σήμερα, ότι τέτοια μοίρα μπορεί να περιμένει αύριο ένα διαδηλωτή, έναν αριστερό ή αναρχικό, πόσο μάλλον έναν άτυχο μετανάστη (στους οποίους τέτοιες μέθοδοι είναι συνηθισμένες εδώ και καιρό); Ακόμα περισσότερο, η εικόνα του βάναυσα κακοποιημένου κορμιού δημιουργεί αντιφατικά συναισθήματα σοκ και φόβου, ακόμα και σε άτομα που βρίσκονται μακριά από την πιθανότητα να τα υποστούν. Για την Ναόμι Κλάιν, τα βασανιστήρια αποτελούν την τρίτη μορφή του καπιταλισμού του Σοκ. Μετά το σοκ σε επίπεδο χώρας (πόλεμοι, φυσικές καταστροφές κ.α.) και σε επίπεδο οικονομίας (ιδιωτικοποιήσεις, διάλυση εργατικών δικαιωμάτων κ.α.), η φυσική σωματική βία και εξευτελισμός δημιουργούν την αίσθηση της απόλυτης ανημπόριας μπροστά στην τρομερή εξουσία, του φόβου και της υποταγής. Και ο καθένας καταλαβαίνει ότι δε γίνονται για την απόσπαση πληροφοριών, τις οποίες συχνά οι μυστικές υπηρεσίες έχουν ήδη, ούτε μόνο σαν εκδίκηση, αλλά στοχεύουν στην ηθική και κυρίως πολιτική εξόντωση.«Στο μυαλό είναι στόχος».
Προφανώς όλοι γνωρίζουν ότι η μεταχείριση δεν είναι πάντα η ίδια. Δημοσιεύονται οι φωτογραφίες των «τρομοκρατών», διαπομπεύονται οι οροθετικές ιερόδουλες, ενώ προστατεύονται οι φασίστες δολοφόνοι και οι οικονομικοί δολοφόνοι – ακόμα και όταν είναι αποδεδειγμένοι εγκληματίες- όχι μόνο δε διώκονται αλλά βρίσκονται στην εξουσία.
Το σκηνικό που δημιουργείται είναι προφανές και στημένο. Οι «ληστές της Κοζάνης» θα κατηγορηθούν ως μέλη τρομοκρατικής συμμορίας και θα τους αποδοθούν ενέργειες για κάθε πιθανό έγκλημα. Αποτελούν εύκολους στόχους και μέσω αυτών θα επιχειρηθεί να διαφανεί η σχέση της τρομοκρατίας με τους κοινωνικούς αγώνες και την Αριστερά, πράγμα που αποδεικνύει τον κίνδυνο που διατρέχει το σύστημα και έτσι επιτάσσεται σκληρότερη καταστολή, αντιαριστερή και αντιαναρχική υστερία, διάλυση κάθε δημοκρατικής κατάκτησης και επίθεση στο εργατικό κίνημα.
Η υπεράσπιση των δικαιωμάτων κάθε συλληφθέντα δεν είναι «δώρο» της εξουσίας εξαιτίας του ανθρωπισμού της.
Είναι δημοκρατικό κεκτημένο, κατακτημένο με αγώνες του λαού, ενάντια στην κρατική και αστυνομική αυθαιρεσία. Είναι κομμάτι ενός πλατιού πλαισίου δημοκρατικών δικαιωμάτων που σήμερα τίθενται στο σύνολο τους υπό αμφισβήτηση από τον κοινοβουλευτικό ολοκληρωτισμό της κρίσης, όπως το δικαίωμα στην απεργία και τη διαδήλωση, το οποίο ουσιαστικά καταργείται. Μετά τους απεργούς του μετρό, η κυβέρνηση με συνοπτικές διαδικασίες επανέλαβε το μέτρο της επιστράτευσης και στους ναυτεργάτες.
Είναι μια μετάλλαξη του πολιτικού συστήματος προς ένα αυταρχικό καθεστώς έκτακτης ανάγκης. Δεν είναι μια ιδιαιτερότητα που δημιουργείται μόνο από την ακροδεξιά ρητορεία της πολιτικής ηγεσίας, αλλά μια μόνιμη εκτροπή που αποτελεί τη μονιμότητα της αστικής δημοκρατίας του καπιταλισμού της κρίσης. Για μια ουσιαστική αντεπανάσταση των πιο σκοτεινών αστικών δυνάμεων, που γίνεται χωρίς καν να έχει προηγηθεί η επανάσταση της, χειμαζόμενης από την κρίση, κοινωνίας. Είναι προληπτική, θέλει να πατάξει κάθε δυνατότητα αναζήτησης εναλλακτικής.Γνωρίζουν ότι ο καταστροφικός και γερασμένος καπιταλισμός, δεν μπορεί να υποσχεθεί τίποτα, έξω από την εξαθλίωση, και ο μόνος τρόπος για να μην ανατραπεί είναι με την τρομοκρατία, την καταστολή, ακόμα και τη νέα φασιστική απειλή. Είναι ένδειξη αδυναμίας και όχι δύναμης, η οποία όμως είναι εξαιρετικά επικίνδυνη και οδυνηρή.
Η επανάληψη της διατύπωσης ότι το εργατικό, νεολαιίστικο και λαϊκό κίνημα είναι η μόνη απάντηση στον εντεινόμενο ολοκληρωτισμό δεν είναι μια ανιαρή εμμονή της Αριστεράς. Φαίνεται στην ευκολία με την οποία το κράτος μπορεί να διαχειριστεί πράξεις που δεν εμπλέκουν, αν δεν αντιπαρατίθενται, με τον οργανωμένο λαό. Οι εντυπωσιακές πράξεις βίας, παρότι είναι κοινωνικά ερμηνεύσιμες και σχετίζονται με την απάνθρωπη βία του συστήματος, είναι πολιτικά αναποτελεσματικές και συνήθως επικοινωνιακά διαχειρίσιμες από την κυβέρνηση.
Οι μώλωπες δεν είναι μόνο στο πρόσωπο των συλληφθέντων. Ούτε η επιστράτευση μόνο στους απεργούς. Είμαστε όλοι επιστρατευμένοι και εν δυνάμει βασανισμένοι, αν αμφισβητήσουμε έστω και στο ελάχιστο το μνημονιακό μονόδρομο. Το ζήτημα της δημοκρατίας στο πολιτικό σύστημα και τους χώρους δουλειάς, γίνεται σήμερα πρωτεύουσα πλευρά της ταξικής πάλης, που εκκινεί από την κατάργηση κάθε δυνατότητας των λαών να ορίσουν τη μοίρα τους έξω από τις απαιτήσεις της ΕΕ και του διεθνούς καπιταλισμού. Η Αριστερά και το κίνημα πρέπει να αναβαθμίσουν την πάλη τους άμεσα, είναι στην ουσία η πάλη για την εξουσία.
Δημοσιεύτηκε στο Πριν την Κυριακή, 10 Φλεβάρη